δέκα (δεκα) |
εννιά παρά δέκα | neuf heures moins dix |
δέκα | dix
|
μέχρι τις δέκα Ιανουαρίου | jusqu'au dix janvier |
μέχρι και τις δέκα Ιανουαρίου | jusqu'au dix janvier inclus |
δεκαεννέα (δεκα, ενν) | dix-neuf
|
δεκαεννιά (δεκα, ενν) | dix-neuf |
δεκαέξι (δεκα, εξι) | seize
|
δεκαεπτά (δεκα, επτα) | dix-sept
|
δεκαεφτά (δεκα, επτα) | dix-sept
|
δεκάξι (δεκα, εξι) | seize
|
δεκαοκτώ (δεκα, οκτ) | dix-huit
|
δεκαοχτώ (δεκα, οκτ) | dix-huit
|
δεκαπέντε (δεκα, πεντε) | quinze
|
το δεκάρικο (δεκα) | dix drachmes |
δεκατέσσερα (δεκα, τεσσερ) | quatorze
|
δεκατρία (δεκα, τρια) | treize
|
ο Δεκέμβριος, ο Δεκέμβρης (δεκα) | décembre |
Πότε ; Στις έξι Δεκεμβρίου. Την Πέμπτη, 12 Φεβρουαρίου. (δεκα) | Quand ? Le six décembre. Jeudi douze février. |
δώδεκα (δεκα) | douze
|
εννέα (ενν) | neuf
|
εννιά (ενν) | neuf |
εννιά (ενν) |
εννιά παρά δέκα | neuf heures moins dix |
εννιά και είκοσι | neuf heures vingt |
Είναι τώρα εννιά χρόνια από πότε που... | cela fait maintenant neuf ans depuis que... |
Πάνε τώρα εννιά χρόνια από πότε που... | cela fait maintenant neuf ans depuis que... |
Πέρασαν τώρα εννιά χρόνια από τότε που... | cela fait maintenant neuf ans depuis que... |
επτά με εννιά | de sept heures à neuf heures |
έντεκα (δεκα) | onze
|